Ο Άγιος Τρύφωνας




Ο Άγιος Τρύφωνας έχει καθιερωθεί ως ο Άγιος προστάτης των αμπελουργών, παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες αγιογραφίες να κρατά κλαδευτήρι. Οι αμπελουργοί της Bόρειας Ελλάδας τιμούν τον Άγιο με πλήθος εθιμικών πρακτικών και γιορτών, τις οποίες επιθυμούν να καταγράψουν οι Δρόμοι του Κρασιού.




Ο Άγιος Τρύφωνας
Την πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ;

Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.

Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.

Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια.
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.

Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία.


Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.

Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.

Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.

Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. Το κουρμπάνι αποτελεί μάλιστα μια από τις εντονότερες αναμνήσεις των γερόντων πληροφορητών που ζουν σήμερα σε κοινότητες του μακεδονικού αμπελώνα, “κρατούν το έθιμο” και δεν ξεχνούν τη χαμένη πια πατρίδα.
Εγκατεστημένοι στη Γουμένισσα του νομού Κιλκίς (από το Άνω Βοδενό), στη Στενήμαχο Ημαθίας (από τη Στενήμαχο) και στον Τρίλοφο Ημαθίας (από την Κούκλαινα) συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια, να φτιάχνουν κρασί, να τιμούν τον άγιο Τρύφωνα με το ετήσιο κουρμπάνι του, να θυμούνται αυτά που άφησαν και καμιά φορά να τραγουδούν “Κάθε στιγμή που φεύγει δε θα γυρίσει πια και τα καλά του κόσμου βρίσκονται ς τα βουτσιά”, στους κάδους δηλαδή της οινοποίησης...


Γουμένισσα
Στη γραφική κωμόπολη ζουν σήμερα 4500 κάτοικοι, ντόπιοι, γύφτοι που είναι κατά παράδοση λαϊκοί οργανοπαίκτες, πρόσφυγες από τον Πόντο και πρόσφυγες από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου.
Η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα γιορτάζεται με εξαιρετική λαμπρότητα. Παράλληλα με τις διάφορες άλλες εθιμικές πρακτικές (αγιασμοί και τελετουργικά κλαδέματα αμπελώνων, διατήρηση σταφυλιών από τον τρύγο και διανομή τους), ο Σύλλογος των προσφύγων από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου διοργανώνει το κουρμπάνι προς τιμήν του Αγίου. Νωρίς το πρωί της πρώτης Φεβρουαρίου το ζώο, μοσχάρι, πάντα αρσενικό, αγορασμένο με έρανο, οδηγείται με πομπή και συνοδεία οργάνων στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα όπου θυσιάζεται και βράζεται σε μεγάλα χάλκινα καζάνια. Εν τω μεταξύ γίνεται λειτουργία και αγιασμός. Ο παπάς διαβάζει το βρασμένο κρέας, που διανέμεται “για το καλό” σε πιστούς και περίεργους μαζί με ζωμό. Τα χορευτικά συγκροτήματα της περιοχής και οι συμμετέχοντες γλεντούν με τοπική μουσική και άφθονο κόκκινο κρασί και τσίπουρο. Στην κάποτε κλειστή γιορτή των προσφύγων από την Ανατολική Ρωμυλία συμμετέχουν σήμερα όλοι οι κάτοικοι της Γουμένισσας και της περιοχής της. Ο καθαρά αμπελουργικός χαρακτήρας του τόπου, η έντονη δραστηριοποίηση του Συλλόγου που διατρανώνει κάθε χρόνο την ιδιαιτερότητά του αλλά και την ενότητά του με τους υπόλοιπους κατοίκους, δίνουν στο κουρμπάνι του Αγίου Τρύφωνα τον τόσο γενικευμένο, καθολικά αποδεκτό χαρακτήρα του. Η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα στη Γουμένισσα διατηρεί ζωντανά πολλά παραδοσιακά στοιχεία. Όσοι αντέξουν να ακολουθήσουν μετά το γλέντι κάποιον γέρο αμπελουργό, θα τον δουν να ραντίζει με αγιασμό το αμπέλι του, να κλαδεύει τελετουργικά τέσσερα κλήματα και να παραχώνει στη γη τα κόκκαλα και άλλα υπολείμματα του κουρμπανιού. Η γιορτή σημαίνει για κείνον μια ετήσια ανανεούμενη συμφωνία με τον προστάτη των αμπελιών άγιο Τρύφωνα.



Στενήμαχος Ημαθίας
Οι περισσότεροι από 1000 κατοίκους κατάγονται από τη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας και εγκαταστάθηκαν στο παλιό Χωροπάνι με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1925. Οι υπόλοιποι είναι Σαρακατσάνοι καθώς και και ελάχιστοι Βλάχοι. Σε γραφικό λόφο λίγο έξω από την αμπελουργική κοινότητα γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα με τρόπο που μεταφέρθηκε από τη Στενήμαχο. Το μοσχαρίσιο κρέας που έχει αγοραστεί και βράσει την προηγουμένη καθώς και σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο διαβάζονται από τον παπά μετά τη λειτουργία.. Το ευλογημένο κρέας, κρύο, καθώς και σταφύλια, προσφέρονται στους εκκλησιαζόμενους, οι οποίοι παίρνουν επίσης αγιασμό για να ραντίσουν τ’ αμπέλια και τα οπωροκηπευτικά (μήλα, ροδάκινα, κεράσια). Στον περίβολο της εκκλησίας δημοπρατούνται από την εκκλησιαστική επιτροπή ψητά κοτόπουλα και ζωντανά αμνοερίφια. Διανέμονται “γιαπράκια”, ντολμάδες τυλιγμένοι με λάχανο τουρσί, και Στενημαχιώτικα λουκάνικα που ψήνονται επί τόπου. Χορεύει το τοπικό συγκρότημα και το γλέντι γενικεύεται, καθώς προσφέρεται άφθονο κόκκινο κρασί για να ζεστάνει τους τολμηρούς που αψηφούν τη χειμωνιάτικη παγωνιά.



Τρίλοφος Ημαθίας
Ο Τρίλοφος, Διαβόρνιτσα παλιά και Νέα Κούκλαινα αργότερα, γεωργικό χωριό της αμπελουργικής ζώνης της Νάουσας, έχει 800 κατοίκους. Είναι ντόπιοι και λίγοι Βλάχοι, η μεγάλη όμως πλειοψηφία κατάγεται από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας, κωμόπολη που βρίσκεται κι αυτή κοντά στη Στενήμαχο και το Άνω Βοδενό.
Οι Ανατολικορωμυλιώτες κρατούν το έθιμο και κάνουν κάθε χρόνο κουρμπάνι στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα, που βρίσκεται σε λόφο τριγυρισμένο με αμπέλια. Την παραμονή το βράδυ οι πρωτεργάτες του εθίμου συγκεντρώνονται, σφάζουν πρόβατα και κριάρια και τα προετοιμάζουν. Την επομένη, ανήμερα του Αγίου, όλα είναι έτοιμα από νωρίς : ξημερώματα ανάβουν οι φωτιές κάτω απ’ τα καζάνια. Έτσι, μετά τη λειτουργία που πραγματοποιείται στην κεντρική εκκλησία του χωριού, τον Αϊ Δημήτρη, όλοι οι κάτοικοι αλλά κι οι ξένοι παρευρισκόμενοι ανηφορίζουν στο παρεκκλήσι για τον αγιασμό και το κουρμπάνι. Μερικοί φέρνουν σταφύλια να διαβαστούν και να μοιραστούν Για το καλό παίρνουν λίγο ψαχνό από το ευλογημένο κρέας. Όσοι θέλουν μπορούν να πάρουν και ζωμό για τους παππούδες που περιμένουν στο σπίτι. Εν τω μεταξύ, τα μπούτια από τ’ αρνιά και τα γίδια, κοτόπουλα και κοκορέτσια, ψήνονται σε υπαίθριες ψησταριές γεμίζοντας γαργαλιστικές μυρωδιές το χειμωνιάτικο τοπίο και δημοπρατούνται στη συνέχεια υπέρ της εκκλησίας. Η γιορτή κορυφώνεται με μουσική, χορό και βέβαια άφθονο μπρούσκο Ναουσαίικο κρασί.



Γέφυρα νομού Θεσσαλονίκης
Το Τοψίν έχει 2500 κατοίκους, 500 γηγενείς και 2000 πρόσφυγες από τις Μέτρες της Ανατολικής Θράκης και τη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας. Από αυτούς, αμπελουργοί ήταν οι Σωζουπολίτες, οι οποίοι είχαν ήδη ιδρύσει το 1856 Σωματείο που διοργάνωνε τη γιορτή του Αγίου Τρύφωνα. Η γιορτή του Αγίου στη Σωζόπολη είχε κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα. Οι αμπελουργικές οικογένειες πήγαιναν στην εκκλησία σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο σε άμμο και αλεύρι. Τα σταφύλια αυτά καθώς και κόλλυβο διαβάζονταν κατά τη λειτουργία. Μετά την απόλυση πήγαιναν όλοι στην αίθουσα του Σωματείου όπου γινόταν διανομή των ευλογημένων σταφυλιών και του κόλλυβου και προσεφέρετο κρασί. Ετσι άρχιζε γλέντι τρικούβερτο που κρατούσε ως το πρωί και ο “αη Τρύφους” έδειχνε και τ’ άλλο, το... Διονυσιακό του πρόσωπο.
Μόλις εγκαταστάθηκαν στη Γέφυρα, το 1926, οι Σωζουπολίτες ίδρυσαν τον Αμπελουργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό Γέφυρας “Η Σωζούπολη”. Παρόλο που δεν είχαν ακόμη καλά καλά φυτέψει τα αμπέλια τους, άρχισαν να γιορτάζουν τον άγιο Τρύφωνα. Μετά τη λειτουργία συγκεντρώνονταν σε ένα κέντρο και γλεντούσαν. Ούτε λόγος βέβαια για δουλειά στ’ αμπέλια τη μέρα εκείνη. Σήμερα, παρόλο που η Γέφυρα έχει ελάχιστα αμπέλια, η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα συνεχίζει να τιμάται με πίστη στην παράδοση. Την παραμονή τελούνται τα “προεόρτια”: κομπανία με παραδοσιακά όργανα γυρίζει το χωριό, διατίθεται κρασί και δημιουργείται αυθόρμητο γλέντι. Ανήμερα του Αγίου γίνεται λειτουργία στην Παναγία τη Ρευματοκρατούσα και διαβάζεται κόλλυβο και σταφύλια, τα οποία διανέμονται πριν γίνει περιφορά της εικόνας του Αγίου. Στη συνέχεια μοιράζεται αγορασμένο βραστό μοσχαρίσιο κρέας. Το γλέντι με κρασί και χορό στην πλατεία της Άνω Γέφυρας κρατά έως αργά.



Νέα Αγχίαλος νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Αγχίαλος, το παλιό Ιγκλις, έχει 850 κατοίκους, που κατάγονται όλοι από την Ανατολική Ρωμυλία και συγκεκριμένα από την αμπελουργική Αγχίαλο στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Ελάχιστοι κατάγονται από τον Πύργο και τη Σωζόπολη. Ήταν παραδοσιακά αμπελουργοί και συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια και να φτιάχνουν κρασί και τσίπουρο. Αναμενόμενο επομένως είναι να τιμάται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, την πρώτη Φεβρουαρίου. Άγιος Τρύφωνας εξάλλου ήταν το πρώτο εκκλησάκι που έχτισαν μόλις εγκαταστάθηκαν στο χωριό το 1924-25. Παραδοσιακά οι γυναίκες ετοιμάζουν από το προηγούμενο βράδυ κόλλυβο. Ανήμερα του Αγίου μαζεύονται στο παρεκκλήσι, γίνεται Μεγάλος Αγιασμός και διαβάζεται το κόλλυβο. Ύστερα, μαζεύονται σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα δίπλα στην εκκλησία, τους κερνάει η Επιτροπή και γίνεται αυθόρμητο γλέντι με κρασί -βέβαια- και μεζεδάκια. Παλιά συνήθιζαν να προσφέρουν για το γλέντι αυτό κάτι φαγώσιμο. Σήμερα η συνήθεια αυτή έχει μάλλον ατονίσει, αφού η Επιτροπή αναλαμβάνει να προμηθεύσει τα χρειαζούμενα. Την ίδια μέρα, οι αμπελουργοί θα ρίξουν αγιασμό στ’ αμπέλια τους, “για το καλό, για να’ χουν καλή σοδειά, για να τα προστατεύει ο Άγιος”.



Νέα Μεσήμβρια νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Μεσήμβρια, το παλιό Μπουλγκαρίεβο, έχει 2500??? κατοίκους που κατάγονται οι περισσότεροι από τη Μεσημβρία της Ανατολικής Ρωμυλίας (61%). Οι υπόλοιποι είναι ντόπιοι, Πόντιοι και Θρακιώτες. Όταν εγκαταστάθηκαν στην Αγχίαλο πήραν αμπελουργικό κλήρο και φύτεψαν πολλά στρέμματα αμπέλια. Γιορτάζουν λοιπόν τον προστάτη των αμπελουργών αφενός για να κρατήσουν το έθιμο που έφεραν από τ’ αμπέλια της “ελληνικής Μεσημβρίας”, από όπου μάλιστα εξαγόταν πολύ καλό κρασί, και αφετέρου για να εξασφαλίσουν εκ νέου τη συνδρομή του Αγίου στη σοδειά. Φτιάχνουν κόλλυβο που ευλογείται όπως και ο αγιασμός. Στη συνέχεια γίνεται κανονικό μνημόσυνο για τον Άγιο στο Πολιτιστικό Κέντρο με κονιάκ, καραμέλες και μπισκότα. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός δεξιώνεται κατόπιν την αμπελουργική κοινότητα σε ταβέρνα του χωριού με γλέντι και κρασί. Όσοι έχουν κι άλλες δυνάμεις μπορούν να συμμετέχουν σε χορό το βράδυ.
 

Το κείμενο έγραψε η κα Ζέτα Παπαγεωργοπούλου, η οποία ασχολήθηκε με το θέμα για λογαριασμό του Ιδρύματος Φανή Μπουτάρη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου